Sunday, October 27, 2013

"Το Παιχνίδι των Δράκων" στο Θέατρο Eliart

Το Παιχνίδι των Δράκων
Ότι και αν συμβεί, έχε τα μάτια σου ανοιχτά…



Η ιστορία διαδραματίζεται στο ξενοδοχείο “Οι τρεις δράκοι”, το οποίο επισκέπτεται ένα ανδρόγυνο με στόχο μέσα από ολιγοήμερες διακοπές, να ανανεώσει την σχέση του. Πολύ γρήγορα θα διαπιστώσουν ότι η διαμονή τους εκεί δεν θα είναι και τόσο ευχάριστη, λόγω της αλλόκοτης συμπεριφοράς των υπάλληλων του ξενοδοχείου. Η πληροφορία για την ύπαρξη ενός κρυμμένου θησαυρού θα περιπλέξει περισσότερο τα πράγματα.

Η απόκτηση του θησαυρού γίνεται εμμονή για τον σύζυγο, ο οποίος προκειμένου να τον αποκτήσει. αγνοεί την επιμονή της συζύγου του να αποχωρήσουν, παρόλο που η παραμονή τους στο ξενοδοχείο φαίνεται θανάσιμα επικίνδυνη. Φτάνοντας όμως στο θησαυρό, έρχεται αντιμέτωπος με τρεις ‘’δράκους’. Και κάπου εκεί η αλήθεια και το ψέμα, η πραγματικότητα και η φαντασία περιπλέκονται και μια σειρά από αποκαλύψεις και ανατροπές θα οδηγήσουν τον ανυποψίαστο σύζυγο αντιμέτωπο με το παρελθόν αλλά και τις πράξεις του και θα τον φέρουν αντιμέτωπο ακόμα και με τον ίδιο του, τον εαυτό.



Πολλές φορές το μυαλό μας, παίζει περίεργα παιχνίδια, ειδικά την ώρα που η λογική υποχωρεί και δίνει την θέση της στο συναίσθημα, στα ένστικτα και στις αναμνήσεις. Εκείνη την ώρα ακριβώς πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, γιατί είναι η ώρα των “δράκων”…

Μια σύγχρονη, σουρεαλιστική, ανατρεπτική κωμωδία όπου μέσα από το ανατρεπτικό της χιούμορ, εκθέτει την φιλοσοφία του σύγχρονου τρόπου ζωής, που έχει επιβληθεί υποσυνείδητα στον καθένα μας.



Μέρος των εσόδων από την παράσταση θα διατεθούν για την ενίσχυση του ταμείου του Φιλανθρωπικού Οργανισμού Στήριξης στην Πολύτεκνη Οικογένεια “Θεόφιλος”. 

Στο θέατρο Ελιαρτ. - Έναρξη: Δευτέρα 21 Οκτωβρίου στις 21.15 μ.μ.

Διάρκεια Παράστασης: 80 λεπτά – Είδος: Σουρεαλιστική Κωμωδία
Τιμή Εισιτηρίου: 10 € - Άνεργοι & Φοιτητές: 5 € 
Προπώληση εισιτηρίων: Στο Viva.gr & στα καταστήματα Παπασωτηρίου, Seven Spots & Public 
Χορηγοί: Alpha Grissin S.A. – ConfiDental – Little Miracles – M.M. Acoustics – Pinocchio

Χορηγοί Επικοινωνίας: Οι εφημερίδες: Ο Κόσμος του Επενδυτή, το ένθετο Passepartout και Το Ποντίκι – Το περιοδικό: Athens Magazine & το ηλεκτρονικό περιοδικό: Art Magazine – Τα sites: Clickatlife, CTV Mag, E-go, Go-Out, Monopoly, Musicity, Mymusicwall, Θεατροmania, Pizza Fan, Tralala.

Συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Σίμος Παπαναστασόπουλος - Βοηθός Σκηνοθέτη: Στέλλα Μπονάτσου
Παίζουν οι ηθοποιοί με σειρά εμφάνισης: Χρήστος Ευθυμίου, Στέλλα Μπονάτσου, Δημήτρης Παπαδάτος, Νικόλας Μαρμαράς, Κίττυ Μαργαρίτη
Μουσική: Αλεξάνδρα Κλάδη 
Χορογραφίες: Άννα Μαρία Μπονάτσου 
Σκηνικά - Κοστούμια: Δήμητρα Σπυρίδωνος, Μάρκελλος Μαυρομάτης
Κατασκευές: Βασίλης Παπαγεωργίου - Σχεδιασμός φωτισμού: Γιώργος Βαζαίος 
Παραγωγή: Big Bang Theater 


Από Δευτέρα 21 Οκτωβρίου και κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:15

Στο Θέατρο «Ελιαρτ», Κωνσταντινουπόλεως 127, Βοτανικός - Μετρό: Κεραμεικός

Τηλέφωνο Κρατήσεων: 210 3477677 (18:00 – 21:00)

The End of an Era

THE END OF AN ERA




Πάντα μου άρεσε να χορεύω... Τους πρώτους μου χορούς έμαθα να τους χορεύω στο πανηγύρι του χωριού μου, στη Λιθακιά της Ζακύνθου. Κάθε Ιούλιο στο προαύλιο της εκκλησίας του Αη-Γιάννη γινότανε γλέντι τρικούβερτο. Νέοι και γέροι, παιδιά και μεγάλοι, όλοι πιάνονταν απ’το χέρι και δωστου χορό μέχρι το πρωί. Καλαματιανά, συρτούς ζακυνθινούς, τανγκό, βαλς, φοξ-ανγκλέ, κερκυραϊκούς, κουαντρίλιες, χασάπικα, χασαποσέρβικα, ζεϊμπέκικα. Εγώ μάθαινα τα βήματα στο πιτς – φυτίλι. Και θαύμαζα τους πιο μεγάλους που χόρευαν με τόση άνεση και χάρη.
Μετά από πολλά χρόνια ξαναβρέθηκα σε ένα τέτοιο πανηγύρι και όταν η μουσική άναψε, άρχισαν να με τρωνε οι πατούσες μου. Μπήκα και εγώ στο χορό, χόρεψα με την ψυχή μου όλους τους συρτούς. Πιασμένη χέρι-χέρι με άγνωστους, μοιραζόμουν μαζί τους τα βήματα και τη χαρά. Μα όταν έβαζε τανγκό ή βαλς ή φοξ – ανγκλέ, δεν έβρισκα καβαλιέρο. Μόνο μερικοί παππούδες ήξεραν αυτούς τους χορούς, και ήταν λίγοι. Και πιασμένοι. Και όσο περνάν τα χρόνια, τόσο θα λιγοστεύουν. Κορίτσια στη σειρά σαν τα κρύα τα νερά μα κανείς να τα χορέψει. Τι κρίμα να χάνεται μια τόσο όμορφη παράδοση.
Και δε με ενδιαφέρει καθόλου που κάποιοι μαθαίνουν αργεντίνικο τάνγκο και ρούμπα ή μπολερό σε σχολές χορού και κάνουν επιδείξεις στις γιορτές της σχολής τους με δύσκολα βήματα και φιγούρες που αποτελούν ολόκληρες χορογραφίες. Εγώ θέλω απλά πράγματα: να με πιάσει και να με χορέψει κάποιος που έμαθε να χορεύει τους δικούς μας, τους απλούς  χορούς με την ψυχή του, κοιτώντας τους μεγαλύτερούς του και όχι σε ένα στείρο δωμάτιο με ένα CD και με τη δασκάλα του. Να μην ψάχνω να τον βρω με το σταγονόμετρο, αλλά να είναι εκεί έξω, στο πανηγύρι του χωριού του, έτοιμος να με πάρει απ’το χέρι και να με γυρνά γρήγορες στροφές στα βήματα του βαλς που το έμαθε μόνος του, όπως το έμαθα και εγώ. Αν βρω κανένα παππού ή κανένα θείο να με χορέψει, είμαι τυχερή. Μα και αυτοί είναι πια κουρασμένα παλικάρια και φοβάσαι μην τους ξεγοφιάσεις.

Οι νέοι άνδρες δεν χορεύουν με την ψυχή τους όπως παλιά, παρά μόνο όταν χτυπιούνται στα clubs με τόνους τεκίλα ή βότκα ή ναρκωτικά.  Εκεί ο καθένας χορεύει για την πάρτη του, όχι αγκαλιαστά, ούτε με τα χέρια σφιχτά δεμένα. Τους παραδοσιακούς μας χορούς δεν τους χορεύουν πια και έτσι βλέπεις συχνά την αστεία εικόνα δυο γυναίκες να χορεύουν και τους δυο ρόλους: και της ντάμας και του καβαλιέρου! Για να μην αναφερθώ στα ζεϊμπεκικα που κάποτε οι άνδρες τα χόρευαν σαν περήφανοι αετοί ενώ σήμερα, οι περισσότεροι, σαν τα παρδαλά κατσίκια. To ίδιο ισχύει και για πολλές σύγχρονες γυναίκες. Ατσούμπαλες, άρυθμες, χωρίς χάρη και φινέτσα, να χορεύουν αντρικούς χορούς χωρίς το προϋποτιθέμενο βάρος.  Απόψε έφυγα νωρίς από το πανηγύρι. Ήθελα πολύ να μείνω κι άλλο και να χορεύω μέχρι το πρωί, μα οι καβαλιέροι μας τελείωσαν. Ίσως και οι ντάμες. This is the end of an era.

Ο Πέτρος και το Κοντραμπάσο

Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΝΤΡΑΜΠΑΣΟ



Με τον Πέτρο μεγαλώσαμε μαζί. Στο ίδιο θρανίο, με τα ίδια όνειρα. Πριν λίγες μέρες ήρθε από τη Νέα Υόρκη στη Ζάκυνθο, όπου εγώ ξόδευα τις καλοκαιρινές μου διακοπές, για να παίξει με τον Γάλλο πιανίστα Jean – Michel Pilc στο λόφο του Στράνη. Κάθε φορά που βρίσκω την ευκαιρία να τον ακούσω, το κάνω. Είμαι περήφανη για την πορεία του και χαρούμενη που είμαι φίλη του. Ο Πέτρος Κλαμπάνης παίζει κοντραμπάσο, αυτό το μεγάλο έγχορδο όργανο που κάποτε μια υπάλληλος ενός αεροδρομίου το πέρασε για ‘μεγάλο τσέλο’ (!). Δεν έπαιζε πάντα κοντραμπάσο, εγώ πιανίστα τον γνώρισα. Αλλά κατάφερνε με ευκολία ό,τι όργανο έπιανε στα χέρια του. Και εκεί που νόμιζα πως στον περίγυρό μου μόνο εγώ ήμουν η τρελή με τη μουσική, βρήκα, ευτυχώς, κάποιον που είχε μεγαλύτερη τρέλα.
Μεγαλώνοντας στην επαρχία δεν έχεις και πολλές επιλογές. Αλλά είμασταν τυχεροί γιατί φτιάξαμε μια παρέα πέντε ατόμων που είχαμε την ίδια ανάγκη για γνώση και εξέλιξη και έτσι βοηθούσε ο ένας τον άλλον να εξερευνήσει τον εαυτό του και να ωριμάσει. Θυμάμαι τις ατελείωτες συζητήσεις μας γύρω από τη μουσική, τον κόσμο, τα μαθηματικά. Τα σπασικλάκια του σχολείου.  Όταν ένα χειμωνιάτικο βράδυ του ’97 πήγαμε σε μια συναυλία που έπαιζε ο Γιώτης ο Κιορτσόγλου, ο Πέτρος γύρισε και μου είπε: «Θέλω να πάρω ένα μπάσο». Ήταν η εποχή που ακούγαμε Pink Floyd, Jethro Tull, Red Hot Chili Peppers, Rage against the machine, Prodigy κτλ. Ροκ δηλαδή κατά βάση. Είχαμε φτιάξει και ένα συγκροτηματάκι (τους Pulsars) και παίζαμε από δω και από κει. Μετά από λίγο καιρό έπεσε στα χέρια του ένα CD του Jaco Pastorius και από τότε κόλλησε πολύ άσχημα με το μπάσο.



Το ’99 ήρθαμε φοιτητές στην Αθήνα, όλοι μας σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα, εκεί στην περιοχή του Ζωγράφου. Ο Πέτρος είχε περάσει στο τμήμα των ναυπηγών του πολυτεχνείου. Γρήγορα όμως τα παράτησε και αφοσιώθηκε στη μουσική ολοκληρωτικά. Τόσο ολοκληρωτικά που εγώ συχνά αμφισβητούσα την αγάπη μου για τη μουσική, καθώς και εγώ τότε σπούδαζα στο τμήμα της μουσικολογίας. Βγαίναμε με την παρέα και ο Πέτρος προτιμούσε να μελετά μπάσο. Τότε ήδη είχε αρχίσει εντατικά μαθήματα ηλεκτρικού μπάσου με τον Κιουρτσόγλου στο ωδείο του Νάκα. Είχε δώσει και κατατακτήριες και σπούδαζε και στην μουσικολογία παράλληλα. Μετά γράφτηκε στο Ατενέουμ και άρχισε μαθήματα κοντραμπάσου. Είχε γίνει πια ένας κανονικός τζαζίστας και έπαιζε σε πολλά τζαζ στέκια της Αθήνας. Τα όνειρά του για τη μουσική τον οδήγησαν στο να φύγει από την Ελλάδα και να πάει στην Ολλανδία που έμεινε μερικά χρόνια σπουδάζοντας στο κονσερβατόριο του Άμστερνταμ. Εκεί άρχισε να γνωρίζεται με μουσικούς από διάφορα μέρη του κόσμου και κατόπιν να κάνει συναυλίες σε πολλά μέρη της Ευρώπης. Και μετά ήρθε η Αμερική.
Μπορεί να μην είναι τόσο δύσκολο να πας στην Αμερική, είναι όμως αρκετά δύσκολο να μείνεις. Και πόσο μάλλον στην Νέα Υόρκη. Ο Πέτρος ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες και τα κατάφερε. Με τη βίζα του καλλιτέχνη, είναι πια μόνιμος κάτοικος της Νέας Υόρκης και έχει τη χαρά να παίζει με μουσικούς που θαυμάζει, αλλά και αυτοί έχουν τη χαρά να παίζουν μαζί του (όπως οι σπουδαίοι μουσικοί : Ari Hoenig, Greg Osby και Jean-Michel Pilc).




Ο Πέτρος δεν είναι απλώς ένας πολύ καλός κοντραμπασίστας της τζαζ. Είναι μια πολύπλευρη μουσική προσωπικότητα. Τα μουσικά του ερεθίσματα είναι ποικίλα και μπορεί κανείς να αναγνωρίσει αναφορές σε δημιουργούς που τον έχουν επηρεάσει όπως είναι οι Ara Dinkjan, Brad Mehldau και Astor Piazzola. Παίζει, πειραματίζεται, συνθέτει. Στις συναυλίες που παρουσιάζει τα δικά του έργα, συνοδευόμενα από πολύ ενδιαφέρουσες jazz standards διασκευές αλλά και άλλες που φτάνουν μέχρι και την ελληνική παραδοσιακή μουσική, πειραματίζεται τόσο στην αρμονία, τη φόρμα και τον ρυθμό, όσο και στις τεχνικές παιξίματος. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της μουσικής του είναι τα «στρώματα» (layers), των μελωδικών γραμμών που στην ζωντανή εκτέλεση επιτυγχάνεται με την βοήθεια πεταλιών μέσω των οποίων ηχογραφεί τις μελωδίες επί σκηνής (real time) και τις αναπαράγει, ενώ από πάνω παίζει άλλες μελωδικές γραμμές. Πολύ συχνά το κοντραμπάσο δεν το μεταχειρίζεται με τον παραδοσιακό τρόπο (με τα δάχτυλα ή με το δοξάρι) καθώς μπορεί με ευκολία να το μετατρέπει σε κρουστό όργανο παίζοντας πολύπλοκους ρυθμούς στις ξύλινες επιφάνειες του οργάνου. Πολύ όμορφες είναι και οι στιγμές που κάνει σκατ με τη φωνή του παράλληλα και με μεγάλη ακρίβεια πάνω στις μελωδίες που παίζει. Αυτό όμως που με συγκινεί περισσότερο είναι πως μέσα από μια αρκετά δεξιοτεχνική προσέγγιση, καταφέρνει να διατηρεί το συναίσθημα ακέραιο.
Το βράδυ στο λόφο του Στράνη που έπαιξε μαζί με τον πιανίστα  Jean Michel Pilc, ήταν εξαιρετικό, όπως και οι περισσότερες συναυλίες του Πέτρου που έχω παρακολουθήσει. Αλλά το συγκεκριμένο μέρος έχει μια άλλη μαγεία. Έχει μια αύρα που αποπνέει ποίηση. Ο κόσμος που βρέθηκε εκεί εκτίμησε τον μουσικό διάλογο τον δύο παικτών και τήρησε απόλυτη ησυχία. Το δροσερό αεράκι που άρχιζε να μαρτυρά την αρχή του Φθινοπώρου, ήταν το μόνο που συνόδευε τους ήχους του πιάνου και του κοντραμπάσου. Δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος για να αποχαιρετίσουμε το καλοκαίρι.



Links:




"Νταντά εξ' ουρανού": η αγαπημένη μας Mary Poppins!

“Just a spoonful of sugar helps the medicine go down…”

Μια μελωδία που αδιάκοπα ηχεί στα αυτιά μου από τότε που η βιντεοκασέτα που μου είχε στείλει η φίλη μου η Ρία από την Αγγλία στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 με τη Μαίρη Πόππινς έπαιζε ξανά και ξανά και ξανά, μέχρι να πάρει το βίντεο φωτιά. Σχεδόν 25 χρόνια αργότερα και ενώ είχα αγοράσει την ταινία και σε dvd, ήρθα στο πατρικό μου στη Ζάκυνθο για να κάνω διακοπές... Τυχαία γυρνώντας από το μπάνιο μου είδα μια αφίσα που έγραφε «Νταντα εξ’ ουρανού» με την φιγούρα της Μαίρη Πόππινς και την θρυλική της ομπρέλα που την έφερε μαζί με τον ανατολικό άνεμο. Αναπόφευκτα θα πήγαινα να τη δω, χωρίς παρέα και χωρίς παιδιά. Μια 30άρα στις τελευταίες θέσεις του υπέθριου δημοτικού θεάτρου της Ζακύνθου με χαρά περισσότερη από αυτή των παιδιών που βρίσκονταν εκείνο το βράδυ εκεί.
Η ώρα κοντεύει εννιά και μισή, έχει ήδη βραδιάσει και το φεγγάρι, μια μέρα μόλις μετά την αυγουστιάτικη πανσέληνο, φέγγει πάνω από τη σκεπή του θεάτρου θυμίζοντάς μου τις αμέτρητες φορές που έχω κάτσει σε αυτά τα μεγάλα τσιμεντένια σκαλοπάτια. Τα καραβάκια πάνε κι έρχονται από και προς το λιμάνι με τα φώτα τους αναμμένα, συμμετέχοντας με ευλάβεια στο γιορτινό κλίμα του νησιού που σε δυο μέρες θα γιορτάσει τον άγιό του. Γύρω μου γονείς και παιδιά περιμένουν ανυπόμονα την έναρξη του έργου και αρχίζουν να χειροκροτούν. Τα φώτα της πλατείας σβήνουν και ανοίγουν αυτά της σκηνής. Ένας προβολέας φωτίζει το γνωστό σεντούκι του δωματίου των παιδιών, της Τζέιν και του Μάικλ, ενώ από πίσω φαίνεται το ξύλινο αλογάκι που επίσης υπάρχει στην γνωστή ταινία του ’64. (Mary Poppins the Movie on Wikipedia)



Το σεντούκι ανοίγει και από μέσα βγαίνουν τα δύο παιδιά. Το αγόρι κρατά ένα φλάουτο και αρχίζει να παίζει μια απλή και γνωστή μελωδία την οποία δεν συγκράτησα, αλλά είμαι σίγουρη πως επρόκειτο για μια μελωδία από κάποιο παιδικό τραγούδι: η πρώτη έκπληξη! Μετά εμφανίζεται ο Μπέρτ, που τελεί και χρέη αφηγητή – παρουσιαστή. Κρατά ένα σαξόφωνο και σιγοντάρει το μικρό αγόρι με το φλάουτο: η δεύτερη ευχάριστη έκπληξη! Και έτσι, αρχίζει η ιστορία...
Τα κοστούμια της παράστασης είναι εντυπωσιακά και μοιάζουν πολύ με αυτά της ταινίας. Τα σκηνικά, λιτά και χαριτωμένα, φαίνονται εύκολα στη μεταφορά, σημαντικό για έναν περιοδεύον θίασο. Ευχάριστη εντύπωση μου έκανε η τσάντα της νταντάς (Ταμίλλα Κουλίεβα), που με κάποια έξυπνα τρικ επέτρεψε στην Πόππινς να βγάλει από μέσα έναν καλόγερο, ένα κομοδίνο και μια γλάστρα με λουλούδια! Αναφώνησαν τα παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι. Πιο πίσω το γνωστό κανόνι του γείτονα πρώην καπετάνιου που τακτικά έριχνε κανονιές, με ακρίβεια ώρας που ζήλευε και το Γκρίνουιτς... Η οδός Κερασιάς γεμάτη από ζωή!
Τραγούδι, χορός, μαγεία! Ο γύρος του κόσμου σε λίγα μόνο λεπτά. Η πυξίδα που είχε δώσει κάποτε η Μαίρη στον Μπερτ τους οδηγεί στο Βορρά (Εσκιμώοι), στο Νότο (Αφρικανοί), στην Ανατολή (Κινέζοι) και στη Δύση (Ινδιάνοι). Το σπασμένο πιάτο και η περιπέτεια του μικρού γιου της οικογένειας Μπανκς. Όλα συνοδεύονται από μουσική και χορό. Η μητέρα Μπανκς είναι λυρική τραγουδίστρια και στους διάφορους ρόλους της τραγουδά πολύ όμορφα και παίζει και φλάουτο. Η Μαίρη (Ταμίλλα) τραγουδά και αυτή όμορφα αλλά με περισσότερη δυσκολία από έναν λυρικό τραγουδιστή. Ο Μπερτ, άψογος στον ρόλο του και στο τραγούδι. Ο μπαμπάς Μπανκς (Φώτης Σπύρος), εμφανίζεται με πολύ κωμικό τρόπο και ως η κακιά νταντά, αλλά δεν τον ακούμε να τραγουδά πουθενά. Μάλιστα η φωνή του είναι βραχνιασμένη, υποθέτω από την κούραση των παραστάσεων. Το υπόλοιπο καστ εκτελεί εξαιρετικά όλες τις χορογραφίες και τους ρόλους σύμφωνα με τις οδηγίες της σκηνοθέτιδας Ταμίλλα Κουλίεβα και θα ξεχωρίσω τους ρόλους της κόκκινης αγελάδας, του καπετάνιου και του βοηθού του, του κινέζου αυτοκράτορα και του αστείου βασιλιά. Τα δυο μικρά παιδιά (Στέφανος Καλτζίδης και Βασιλική Ζαφειρίου) ήταν απολαυστικότατα και πολύ άνετα στη σκηνή (αν σκεφτεί κανείς πως στην Ελλάδα σπάνια θα συναντήσεις μικρά παιδιά να παίζουν κάπως αβίαστα και φυσιολογικά). Μάλιστα η μικρή Βασιλική είναι, όπως έμαθα αργότερα η κόρη του παραγωγού κ. Γιάννη Ζαφειρίου. Εντυπωσιακό είναι πως ο κύριος Ζαφειρίου στην σύντομη συζήτησή μας μετά το τέλος της παράστασης μου αποκάλυψε πως τα κοστούμια έφταναν σχεδόν τα 100 και οι εναλλασσόμενοι ρόλοι τους 80!!! Το εισιτήριο κόστιζε 12 ευρώ (γενική είσοδος), μια πολύ καλή τιμή για το μέγεθος αυτής της παραγωγής.



Το βασικό μειονέκτημα της αποψινής παράστασης ήταν δυστυχώς  η χαμηλή ένταση του ήχου που σε συνδυασμό με την φασαρία του δρόμου, δεν μας επέτρεψε να ευχαριστηθούμε την παράσταση όπως θα έπρεπε. Ακόμα, επειδή η παράσταση ήταν αρχικά προγραμματισμένη για το Σεπτέμβριο και άλλαξε ημερομηνία απρόσμενα, η προσέλευση του κόσμου ήταν μικρή. Παρ’ όλα αυτά, όσοι ήταν εκεί ήταν αρκετοί ώστε να δημιουργούν μια βαβούρα που ήταν ικανή να μας αποσπάσει την προσοχή. Καταννοώ πως όπου βρίσκονται μικρά παιδιά η τήρηση της ησυχίας είναι δύσκολη, αλλά πολλές φορές αυτό που με στεναχωρεί είναι πως οι ίδιοι οι μεγάλοι είναι που δημιουργούν τη φασαρία. Πολύ κακή εντύπωση μου έκαναν κάποιοι ενήλικες από τις πρώτες - πρώτες σειρές, που ενώ υπήρχε σοβαρό θέμα με την χαμηλή ένταση του ήχου, έτρωγαν πατατάκια και ο θόρυβος από τα σακουλάκια κάλυπτε την πρόζα! Και θα αναφερθώ, γινόμενη γραφική, στο θέμα των κινητών τηλεφώνων που χτύπησαν αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Το να συμπεριφέρεσαι ανάλογα σε μια συναυλία ή σε ένα θεατρικό έργο, είναι κάτι που το μαθαίνεις. Λυπάμαι να βλέπω πόσο αργά και βασανιστικά μερικοί άνθρωποι προσαρμόζονται σε απλούς και βασικούς κανόνες συμπεριφοράς. Μου θυμίζει το φαινόμενο με τις κυλιόμενες σκάλες του μετρό, που μέχρι να μάθουν οι διακομιζόμενοι ότι πρέπει να κάθονται στη δεξιά πλευρά της σκάλας, πέρασαν σχεδόν 10 χρόνια!!!
Το αρνητικό από την πλευρά της παραγωγής και της σκηνοθεσίας για μένα ήταν το γεγονός ότι μεταφράστηκαν μόνο δύο κομμάτια (η «ζαχαρίτσα» και το τραγούδι του καπνοδοχοκαθαριστή) από τα αγγλικά στα ελληνικά και τα υπόλοιπα ειπώθηκαν “play – back” στα αγγλικά. Δεν υπήρχε πρωτότυπη μουσική, όλες οι μελωδίες ήταν παρμένες από την κλασική ταινία του ’64, ξαναπαιγμένες και ξανατραγουδισμένες από Έλληνες τραγουδιστές ή ηθοποιούς, υποθέτω του ίδιου του θιάσου. Ακόμα, προσωπικά θα περίμενα αυτή η διασκευή της ιστορίας της Μαίρη Πόππινς και της οικογένειας Μπανκς να βγάζει περισσότερο γέλιο...
Τα ελάχιστα αυτά κατά τη γνώμη μου αρνητικά δεν στάθηκαν εμπόδιο στο να χαρούν οι θεατές κάθε ηλικίας την παράσταση, που στο κάτω κάτω της γραφής, αυτό ήταν και το ζητούμενο. Την χάρηκα και εγώ που σαν μικρό παιδί έτρωγα με τα μάτια μου τα σκηνικά και τα κοστούμια, τα τραγούδια και τον χορό...
Η παράσταση αυτή μετά από μια μικρή περιοδεία στα νησιά (η Ζάκυνθος ήταν από τους πρώτους της σταθμούς, μετά την Κεφαλλονιά), θα καταλήξει στη Θεσσαλονίκη για το χειμώνα. Όταν ρώτησα εάν θα τους δούμε στην Αθήνα, με μεγάλη μου χαρά πληροφορήθηκα πως υπάρχει το ενδεχόμενο να ανέβει η παράσταση στο Μέγαρο Μουσικ! ﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽οσε συνδυασμe go down...ής! Ας ευχηθούμε να προχωρήσει με επιτυχία αυτή η προσπάθεια και να φτάσει όσο πιο ψηλά γίνεται, καθώς ο τόπος μας είναι στερημένος από καλές παραγωγές, κυρίως λόγω έλλειψης χρηματοδότησης, αλλά πάντα έχει ανάγκη το καλό θέαμα. Χαίρομαι ακόμα πιο πολύ που η Ζάκυνθος, δεν το βάζει κάτω και επιμένει να φιλοξενεί τις τέχνες στα θέατρα και στους όμορφα στημένους χώρους της, όπως είναι ο λόφος του Στράνη.Οι τέχνες, όπως το θέατρο και η μουσική, μας θυμίζουν πως είμαστε και κάτι περισσότερο από ζωντανοί οργανισμοί που απλά προσπαθούν να επιβιώσουν: είμαστε όνειρα πλασμένα από ύλη, ή καλύτερα, ύλη φτιαγμένη από όνειρα...

Οι συντελεστές της παράστασης:

Παίζουν: Ταμίλλα Κουλίεβα, Φώτης Σπύρος, Πάνος Αργυριάδης, Σέβη Δονσούζη, Αλέξανδρος Καλτζίδης, Κωνσταντίνος Κοτρότσιος, Στέλλα Κοπάνου, Έλενα Παντελίδου, Αγάπη Παπαθανασιάδου, Περικλής Σταύρου, Θεοδόσης Φυλακτός και οι μικρές Βασιλική Ζαφειρίου,  Κλέα Κωνσταντινίδου, και ο μικρός Στέφανος Καλτζίδης.
Σκηνοθεσία: Ταμίλλα Κουλίεβα
Χορογραφία: Μαριάνθη Ψωματάκη
Σκηνογραφία - Ενδυματολογία: Αθανάσιος Κολαλάς
Ειδικές κατασκευές-μάσκες: Δήμητρα Γιοβάνη, Άννα-Μαρία Βασιακ
Επιμέλεια μουσικής: Μπάμπης Καραμανίδης, Πάνος Αργυριάδης
Ηχοληψία: Γιάννης Κυρατζής
Φωτισμοί : Τρύφων Κεχαγιάς
Βοηθός Σκηνοθέτη: Εύα Κουμανδράκη
Βοηθός σκηνογράφου, ενδυματολόγου: Μαρία Μακρή
Κατασκευή σκηνικών: Ανδρέας Κουλμπερτίεβ 


                                                                 Αλεξάνδρα Κλάδη – 22 Αυγούστου 2013


(Αρχική δημοσίευση άρθρου:  ZakynthosEvents.com) 

Η Αλεξάνδρα Κλάδη είναι συνθέτης, τραγουδοποιός, συγγραφέας παιδικών παραμυθιών και δημιουργός παιδικών μιούζικαλ. Έχει γράψει μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ παράλληλα τραγουδά τα τραγούδια της με την 5μελή μπάντα της. Αυτήν την περίοδο συνεργάζεται με τις εκδόσεις «Ελληνοεκδοτική» και περιοδεύει ανά την Ελλάδα παρουσιάζοντας τα παραμύθια της μέσω μουσικοθεατρικών παραστάσεων.



θηκαν ﷽﷽﷽﷽ικηνοθεσείας του μετρόοσε συνδυασμe go down...